H γεωγραφική θέση της Ελλάδος την καθιστά προνομιούχο παίκτη στο ενεργειακό παιχνίδι, του οποίου την απαρχή παρατηρούμε τώρα, αλλά την πορεία και τις συνέπειές του θα βιώσουμε κατά τα αμέσως επόμενα χρόνια. Η ανακάλυψη και οι ερευνητικές ενδείξεις ύπαρξης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, η πληθώρα ενδείξεων περί της ύπαρξης αντίστοιχων κοιτασμάτων στον ελλαδικό θαλάσσιο και ηπειρωτικό χώρο, αλλά και η γεωγραφική βαρύτητα του χώρου αναπτύξεως των ελληνικών και κυπριακών συμφερόντων ως προς τη διέλευση αγωγών μεταφοράς ενέργειας, αλλά και αντίστοιχων ναυτιλιακών εμπορικών δρομολογίων, δημιουργούν έναν καταιγισμό επιστημονικών, πολιτικών και οικονομικών αναζητήσεων, αναφορικά με τους τρόπους με τους οποίους η χώρα μας θα εκμεταλλευτεί τη συγκυρία αυτή προς ανάσχεση της οικονομικής δυσπραγίας της, αλλά και προς εμπέδωση και περιφρούρηση των συμφερόντων της σε όλο το γεωγραφικό φάσμα στο οποίο παραδοσιακά ο ελληνισμός δρα και δημιουργεί.
Πραγματικά, μπορούμε να διαπιστώσουμε πως με μία σειρά πολιτικών, διπλωματικών στρατηγικών κινήσεων η χώρα μας μπορεί να δημιουργήσει διπλωματικό, γεωστρατηγικό, οικονομικό και πολιτικό απόθεμα, το οποίο δύναται να δράσει ως πολλαπλασιαστής ισχύος. Κατ’ αρχάς, εκ των ουκ άνευ κινήσεις θα πρέπει να θεωρηθούν τόσο η συμφωνία για των καθορισμό των ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, όσο και η τελεσφόρηση των διαπραγματεύσεων με τους λοιπούς γείτονες για την επίτευξη αντίστοιχων συμφωνιών. H ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση πρέπει να προχωρήσει και να ωριμάσει στο θεμέλιο τόσο των ενεργειακών προοπτικών, όσο και της σύμπτωση των γεωστρατηγικών συμφερόντων των δύο κρατών. Χωρίς παρορμητικές ενέργειες, αλλά με σχέδιο και τήρηση ισορροπιών ευνοϊκών για τα ελληνικά συμφέροντα, μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τις διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου ώστε να προβούμε τόσο στη χάραξη ΑΟΖ με την Κυπριακή Δημοκρατία, όσο και στη σύμπηξη οικονομικών και γεωστρατηγικών συμμαχιών με γείτονες της περιοχής. Παράλληλα, οφείλουμε να τηρήσουμε προσεκτική στάση έναντι του αραβικού στοιχείου, του οποίου την παραδοσιακά φιλελληνική στάση πρέπει να συντηρήσουμε. Η ελληνική διπλωματία πρέπει να κινηθεί άφοβα και δυναμικά, παρακάμπτοντας και εξουδετερώνοντας την παρασκηνιακή δράση της Άγκυρας. Με μεθοδικότητα και χωρίς τυμπανοκρουσίες μπορούν να δημιουργηθούν διπλωματικά τετελεσμένα, τα οποία θα περιορίσουν υπερβολικά τα φιλόδοξα, πλην αβάσιμα και δυσεφάρμοστα, τουρκικά πλάνα περί ηγεμονίας στη ΝΑ Μεσόγειο. Επιπλέον, από τη στιγμή που η Ελλάδα μοιάζει να σταθεροποιεί τη θέση της στον ανωτέρω γεωγραφικό χώρο μέσω της σύσφιξης των σχέσεών της με το Ισραήλ, αλλά και μέσω της δυναμικής κυπριακής κινητικότητας στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής, δεν νοούνται υποχωρητικές διαθέσεις και ενδοτισμοί στο Αιγαίο. Οι πιέσεις και οι αβάσιμες διεκδικήσεις της Άγκυρας στο Αρχιπέλαγος πρέπει να προσκρούσουν στη σταθερή και άφοβη γραμμή της ελληνικής διπλωματίας, η οποία πρέπει να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν της το γεγονός πως η μεταφορά του γεωστρατηγικού ΄΄μπρα-ντε-φερ΄΄ στη ΝΑ Μεσόγειο, όπου η Άγκυρα ακολουθεί τις εξελίξεις και μοιάζει να έχει αιφνιδιαστεί μέσω επιβολής τετελεσμένων συμφωνιών, μπορεί να λειτουργήσει ως εμπροσθοφυλακή και οχυρό των ελληνικών δικαίων σε χώρους όπου παραδοσιακά η γείτων ασκεί μεγάλη πίεση – Αιγαίο, Θράκη-.
Eπιπρόσθετα, η χώρα μας οφείλει να αδράξει κάθε πιθανή ευκαιρία ανάδειξής της σε διαμετακομιστικό κέντρο ενέργειας. Ο αγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη δεν πρέπει να αφεθεί έρμαιο στις κυκλοθυμικές βουλγαρικές διαθέσεις, καθώς εξυπηρετεί άριστα τα ελληνικά συμφέροντα. Θέλουμε τα ρωσικά συμφέροντα στη Θράκη, θέλουμε την παράκαμψη της Τουρκίας, θέλουμε τα οικονομικά οφέλη του σχεδίου, αλλά και την επάρκεια της χώρας σε πετρέλαιο, την οποία το σχέδιο εγγυάται. Θεωρητικά, εφ’ όσον η βουλγαρική στάση δεν αλλάξει, η γειτονική χώρα πρέπει να καταγγελθεί για τη μη ανάληψη των ευθυνών της και την άρνηση τήρησης της υπογραφής της. Βεβαίως, κινήσεις όπως η προώθηση του South Stream, του αγωγού Κομοτηνή-Ζαγορά, αλλά και η περαιτέρω ενδυνάμωση του TGI μέσω σύνδεσής του με τον αγωγό Nabucco πρέπει να αποτελέσουν απόλυτη προτεραιότητα της πολιτικής μας. Νεότερες ευκαιρίας και projects όπως ένας πιθανός αγωγός αερίου μεταξύ Iσραήλ-Κύπρου-Ελλάδος, ενεργειακά πλάνα και συμφωνίες μεταξύ της Ελλάδος και των βορειοαφρικανικών χωρών, η διασύνδεση της Κρήτης με την ηπειρωτική Ελλάδα, η δημιουργία στρατηγικών αποθηκών φυσικού αερίου στην Καβάλα, αλλά και πιθανοί μελλοντικοί αγωγοί πετρελαίου από τη χώρα μας προς τα Σκόπια και την Αλβανία πρέπει να μελετηθούν και να τεθούν σε φάση υλοποίησης. Στον τομέα ανάδειξης της χώρας ως διαμετακομιστικού κέντρου δεν θα πρέπει να αγνοηθεί ο ρόλος και η πολύτιμη συμβολή της πρωτοπόρου ελληνικής ναυτιλίας.
Βεβαίως, πρωταρχικό μέλημα της ελληνικής πολιτείας θα πρέπει να αποτελεί η διερεύνηση και αξιοποίηση των ενεργειακών δυνατοτήτων και αποθεμάτων της ίδιας της χώρας μας. Η επέκταση των γεωτρήσεων στην περιοχή της Καβάλας, η έναρξη ερευνητικών προσπαθειών σε δυνητικά πετρελαιοφόρες περιοχές, οι αντίστοιχες ενέργειες για την περίπτωση του φυσικού αερίου, των γεωθερμικών πεδίων, του λιγνίτη, αλλά και του συνόλου των εξορύξιμων πολύτιμων μεταλλευμάτων, όπως επίσης και η συντονισμένη προώθηση ενός εθνικού σχεδίου αξιοποίησης των πηγών ΄΄πράσινης ενέγειας΄΄, μπορούν να καταστήσουν ενεργειακά αυτάρκη τη χώρα μας, αλλά και να την τοποθετήσουν στην ομάδα των χωρών-παραγωγών ενέργειας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομική και γεωστρατηγική προοπτική του τόπου.
Η χώρα μας πρέπει να καταστεί υλικοτεχνικά, νομικά, στρατιωτικά και πολιτικά έτοιμη, ώστε να προχωρήσει στην εξαργύρωση των δικαίων της μέσα στη δυσμενή οικονομική συγκυρία, αλλά και στο δύσκολο γεωστρατηγικό περιβάλλον εντός του οποίου αναπτύσσεται ο ελληνισμός. Προς αυτή την κατεύθυνση, η άρτια τεχνοκρατική προετοιμασία, η πολιτική αποφασιστικότητα, η βεβαιότητα περί της νομικής κατοχύρωσης των δικαιωμάτων μας και η διεθνής προβολή αυτής της παραμέτρου, η σύμπηξη σταθερών συμμαχιών στη βάση των αμοιβαίων επιδιώξεων, η στρατιωτική ισχύς και ετοιμότητα, η διεθνής διπλωματική προβολή και προώθηση των επιδιώξεών μας, αλλά και η ετοιμότητα δυνατής αντίδρασης έναντι δυνητικών εμπλοκών μπορούν να αποτελέσουν τα εχέγγυα ώστε να καταστεί εφικτή η περιφρούρηση των ελληνικών δικαίων και η ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία με το σύνολο των λαών της περιοχής της ΝΑ Μεσογείου.
Πραγματικά, μπορούμε να διαπιστώσουμε πως με μία σειρά πολιτικών, διπλωματικών στρατηγικών κινήσεων η χώρα μας μπορεί να δημιουργήσει διπλωματικό, γεωστρατηγικό, οικονομικό και πολιτικό απόθεμα, το οποίο δύναται να δράσει ως πολλαπλασιαστής ισχύος. Κατ’ αρχάς, εκ των ουκ άνευ κινήσεις θα πρέπει να θεωρηθούν τόσο η συμφωνία για των καθορισμό των ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, όσο και η τελεσφόρηση των διαπραγματεύσεων με τους λοιπούς γείτονες για την επίτευξη αντίστοιχων συμφωνιών. H ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση πρέπει να προχωρήσει και να ωριμάσει στο θεμέλιο τόσο των ενεργειακών προοπτικών, όσο και της σύμπτωση των γεωστρατηγικών συμφερόντων των δύο κρατών. Χωρίς παρορμητικές ενέργειες, αλλά με σχέδιο και τήρηση ισορροπιών ευνοϊκών για τα ελληνικά συμφέροντα, μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τις διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου ώστε να προβούμε τόσο στη χάραξη ΑΟΖ με την Κυπριακή Δημοκρατία, όσο και στη σύμπηξη οικονομικών και γεωστρατηγικών συμμαχιών με γείτονες της περιοχής. Παράλληλα, οφείλουμε να τηρήσουμε προσεκτική στάση έναντι του αραβικού στοιχείου, του οποίου την παραδοσιακά φιλελληνική στάση πρέπει να συντηρήσουμε. Η ελληνική διπλωματία πρέπει να κινηθεί άφοβα και δυναμικά, παρακάμπτοντας και εξουδετερώνοντας την παρασκηνιακή δράση της Άγκυρας. Με μεθοδικότητα και χωρίς τυμπανοκρουσίες μπορούν να δημιουργηθούν διπλωματικά τετελεσμένα, τα οποία θα περιορίσουν υπερβολικά τα φιλόδοξα, πλην αβάσιμα και δυσεφάρμοστα, τουρκικά πλάνα περί ηγεμονίας στη ΝΑ Μεσόγειο. Επιπλέον, από τη στιγμή που η Ελλάδα μοιάζει να σταθεροποιεί τη θέση της στον ανωτέρω γεωγραφικό χώρο μέσω της σύσφιξης των σχέσεών της με το Ισραήλ, αλλά και μέσω της δυναμικής κυπριακής κινητικότητας στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής, δεν νοούνται υποχωρητικές διαθέσεις και ενδοτισμοί στο Αιγαίο. Οι πιέσεις και οι αβάσιμες διεκδικήσεις της Άγκυρας στο Αρχιπέλαγος πρέπει να προσκρούσουν στη σταθερή και άφοβη γραμμή της ελληνικής διπλωματίας, η οποία πρέπει να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν της το γεγονός πως η μεταφορά του γεωστρατηγικού ΄΄μπρα-ντε-φερ΄΄ στη ΝΑ Μεσόγειο, όπου η Άγκυρα ακολουθεί τις εξελίξεις και μοιάζει να έχει αιφνιδιαστεί μέσω επιβολής τετελεσμένων συμφωνιών, μπορεί να λειτουργήσει ως εμπροσθοφυλακή και οχυρό των ελληνικών δικαίων σε χώρους όπου παραδοσιακά η γείτων ασκεί μεγάλη πίεση – Αιγαίο, Θράκη-.
Eπιπρόσθετα, η χώρα μας οφείλει να αδράξει κάθε πιθανή ευκαιρία ανάδειξής της σε διαμετακομιστικό κέντρο ενέργειας. Ο αγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη δεν πρέπει να αφεθεί έρμαιο στις κυκλοθυμικές βουλγαρικές διαθέσεις, καθώς εξυπηρετεί άριστα τα ελληνικά συμφέροντα. Θέλουμε τα ρωσικά συμφέροντα στη Θράκη, θέλουμε την παράκαμψη της Τουρκίας, θέλουμε τα οικονομικά οφέλη του σχεδίου, αλλά και την επάρκεια της χώρας σε πετρέλαιο, την οποία το σχέδιο εγγυάται. Θεωρητικά, εφ’ όσον η βουλγαρική στάση δεν αλλάξει, η γειτονική χώρα πρέπει να καταγγελθεί για τη μη ανάληψη των ευθυνών της και την άρνηση τήρησης της υπογραφής της. Βεβαίως, κινήσεις όπως η προώθηση του South Stream, του αγωγού Κομοτηνή-Ζαγορά, αλλά και η περαιτέρω ενδυνάμωση του TGI μέσω σύνδεσής του με τον αγωγό Nabucco πρέπει να αποτελέσουν απόλυτη προτεραιότητα της πολιτικής μας. Νεότερες ευκαιρίας και projects όπως ένας πιθανός αγωγός αερίου μεταξύ Iσραήλ-Κύπρου-Ελλάδος, ενεργειακά πλάνα και συμφωνίες μεταξύ της Ελλάδος και των βορειοαφρικανικών χωρών, η διασύνδεση της Κρήτης με την ηπειρωτική Ελλάδα, η δημιουργία στρατηγικών αποθηκών φυσικού αερίου στην Καβάλα, αλλά και πιθανοί μελλοντικοί αγωγοί πετρελαίου από τη χώρα μας προς τα Σκόπια και την Αλβανία πρέπει να μελετηθούν και να τεθούν σε φάση υλοποίησης. Στον τομέα ανάδειξης της χώρας ως διαμετακομιστικού κέντρου δεν θα πρέπει να αγνοηθεί ο ρόλος και η πολύτιμη συμβολή της πρωτοπόρου ελληνικής ναυτιλίας.
Βεβαίως, πρωταρχικό μέλημα της ελληνικής πολιτείας θα πρέπει να αποτελεί η διερεύνηση και αξιοποίηση των ενεργειακών δυνατοτήτων και αποθεμάτων της ίδιας της χώρας μας. Η επέκταση των γεωτρήσεων στην περιοχή της Καβάλας, η έναρξη ερευνητικών προσπαθειών σε δυνητικά πετρελαιοφόρες περιοχές, οι αντίστοιχες ενέργειες για την περίπτωση του φυσικού αερίου, των γεωθερμικών πεδίων, του λιγνίτη, αλλά και του συνόλου των εξορύξιμων πολύτιμων μεταλλευμάτων, όπως επίσης και η συντονισμένη προώθηση ενός εθνικού σχεδίου αξιοποίησης των πηγών ΄΄πράσινης ενέγειας΄΄, μπορούν να καταστήσουν ενεργειακά αυτάρκη τη χώρα μας, αλλά και να την τοποθετήσουν στην ομάδα των χωρών-παραγωγών ενέργειας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομική και γεωστρατηγική προοπτική του τόπου.
Η χώρα μας πρέπει να καταστεί υλικοτεχνικά, νομικά, στρατιωτικά και πολιτικά έτοιμη, ώστε να προχωρήσει στην εξαργύρωση των δικαίων της μέσα στη δυσμενή οικονομική συγκυρία, αλλά και στο δύσκολο γεωστρατηγικό περιβάλλον εντός του οποίου αναπτύσσεται ο ελληνισμός. Προς αυτή την κατεύθυνση, η άρτια τεχνοκρατική προετοιμασία, η πολιτική αποφασιστικότητα, η βεβαιότητα περί της νομικής κατοχύρωσης των δικαιωμάτων μας και η διεθνής προβολή αυτής της παραμέτρου, η σύμπηξη σταθερών συμμαχιών στη βάση των αμοιβαίων επιδιώξεων, η στρατιωτική ισχύς και ετοιμότητα, η διεθνής διπλωματική προβολή και προώθηση των επιδιώξεών μας, αλλά και η ετοιμότητα δυνατής αντίδρασης έναντι δυνητικών εμπλοκών μπορούν να αποτελέσουν τα εχέγγυα ώστε να καταστεί εφικτή η περιφρούρηση των ελληνικών δικαίων και η ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία με το σύνολο των λαών της περιοχής της ΝΑ Μεσογείου.
Αλέξανδρος Λώλης
Πορίσματα της Ομάδας Εργασίας της Επιτροπής Ενέργειας της Ακαδημίας Αθηνών επί του θέματος “Πυρηνική Ενέργεια και Ενεργειακές Ανάγκες της Ελλάδος”Πηγή: http://www.strategyreport.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου