Επιπλέον, η ελληνική πολιτεία έχασε......
μέσα από τα χέρια της και τη χρηματοδότηση από το Γ’ ΚΠΣ, με αποτέλεσμα το κτίριο να επιστραφεί πάλι στους ιδιοκτήτες του και φυσικά να χαθεί η ευκαιρία να αναδειχθεί και να λειτουργήσει ως πολυδύναμο διαγνωστικό κέντρο στην καρδιά της πόλης, λειτουργώντας ενισχυτικά για τα δημόσια νοσοκομεία.
Η πινακίδα με την ταυτότητα του έργου ξηλώθηκε οριστικά, αν και ούτως ή άλλως είχε καταντήσει απλώς... διαφημιστική, ενώ εξηγήσεις δεν δόθηκαν ποτέ για ποιον λόγο φτάσαμε στο σημείο αυτό. Μάλιστα, όλα αυτά τα χρήματα που έγιναν... αέρας θα μπορούσαν να έχουν δοθεί για να γίνουν προσλήψεις προσωπικού στα νοσοκομεία και να πληρωθούν οι προμηθευτές ή ακόμη και για την κάλυψη μέρους του χρέους της χώρας μας.
Όπως δηλώνει στη “ΜτΚ” ο διοικητής της 4ης Υγειονομικής Περιφέρειας Μακεδονίας - Θράκης Αριστείδης Μπουσουλέγκας, “επιστρέψαμε τα κλειδιά του παλιού κτιρίου της Φράγκων στους ιδιοκτήτες του. Η χρηματοδότηση χάθηκε και έτσι το κτίριο αυτό δεν πρόκειται να αξιοποιηθεί ως πολυδύναμο διαγνωστικό κέντρο”.
Για τεράστιο σκάνδαλο κάνει λόγο ο πρόεδρος της Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης Στρατής Πλωμαρίτης. “Η διαχείριση που έγινε από το υπουργείο Υγείας και τις υγειονομικές περιφέρειες είναι ένα τεράστιο σκάνδαλο, για το οποίο ποτέ κανείς δεν πρόκειται να δώσει λόγο, γιατί τόσα χρόνια πληρώναμε για ένα κτίριο το οποίο κρατούσαμε κλειστό και γιατί εγκαταλείφθηκε τώρα η προσπάθεια αξιοποίησής του. Πρόκειται για ακόμη ένα τρανταχτό παράδειγμα που καταδεικνύει τη διάλυση και την κατεδάφιση της δημόσιας υγείας”, επισημαίνει στη “ΜτΚ” ο κ. Πλωμαρίτης.
Παράλληλα, τονίζει ότι αρχικά το κτίριο-φάντασμα της Φράγκων επρόκειτο να γίνει κέντρο υγείας αστικού τύπου, ωστόσο τα τελευταία σενάρια το ήθελαν να λειτουργεί ως κέντρο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας με έμφαση στη διάγνωση. Αυτό σημαίνει ότι προβλεπόταν να διαθέτει αξονικούς και μαγνητικούς τομογράφους, καθώς και διάφορα άλλα μηχανήματα, με στόχο να καλύπτει τις ανάγκες των δημόσιων νοσοκομείων της Θεσσαλονίκης και φυσικά των ασφαλισμένων.
“Θεωρώ ότι τα συμφέροντα ήταν τρομακτικά και γι’ αυτό οδηγηθήκαμε στην εγκατάλειψή του. Θα χτυπούσε τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, γι’ αυτό και η πολιτεία δεν ήθελε τη δημιουργία του πολυδύναμου διαγνωστικού κέντρου”, επισημαίνει ο κ. Πλωμαρίτης.
Ναυάγησαν τα σχέδια αξιοποίησης
Τα σχέδια αξιοποίησης του κτιρίου ήταν πολλά όλα αυτά τα χρόνια από το 2002. Ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε τη δημιουργία κέντρου υγείας αστικού τύπου. Τον Ιούλιο του 2004 το έργο βρισκόταν στο στάδιο της έκδοσης της οικοδομικής άδειας, η οποία αναμενόταν έως τις αρχές Σεπτεμβρίου εκείνου του έτους.
Την ευθύνη υλοποίησής του είχε η ΔΕΠΑΝΟΜ, ενώ ο προϋπολογισμός του ανερχόταν σε 4.200.000 ευρώ, ποσό που είχε ενταχθεί στο Γ’ ΚΠΣ, στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος “Ολυμπιακοί Αγώνες 2004”, και κάλυπτε τις οικοδομικές εργασίες και την εγκατάσταση του ιατρικού και ξενοδοχειακού εξοπλισμού.
Τελικά, η οικοδομική άδεια εκδόθηκε μόλις τον Φεβρουάριο του 2005 και τον Μάρτιο του ίδιου έτους άρχισαν οι εργασίες κατασκευής, με το χρονοδιάγραμμα να προβλέπει ολοκλήρωση του έργου τον Αύγουστο του 2006. Ωστόσο, τον Ιούλιο του 2005 οι εργασίες σταμάτησαν προσωρινά, επειδή κάποιος περίοικος ενοχλήθηκε και κατέθεσε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Τελικά επήλθε συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών και μετά το διάλειμμα των καλοκαιρινών διακοπών τα συνεργεία έπιασαν πάλι δουλειά.
Στις αρχές του 2006 οι εργασίες κόλλησαν εκ νέου, καθώς προέκυψαν διάφορα άλυτα προβλήματα που αφορούσαν την εύρεση νερού στα θεμέλια του κτιρίου και στη στατικότητά του.
Οι εξελίξεις στις αρχές του 2009 έδειξαν ότι κινδυνεύει να χαθεί η χρηματοδότηση του έργου από το Γ’ ΚΠΣ, ενώ άρχισαν να γίνονται προσπάθειες, προκειμένου να βρεθούν τα χρήματα μέσω του ΕΣΠΑ. Με έγγραφό της προς τη διοίκηση του νοσοκομείου “Άγιος Παύλος” η ΔΕΠΑΝΟΜ ΑΕ είχε επισημάνει ότι “με απόφαση του γενικού γραμματέα του υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στις 3 Οκτωβρίου 2008 τροποποιήθηκε η απόφαση ένταξης του έργου ως προς τον προϋπολογισμό που συγχρηματοδοτείται από το Γ’ ΚΠΣ και από 4.200.000 ευρώ μειώθηκε στα 104.521,13 ευρώ, δηλαδή θεωρείται μη επιλέξιμη από το Γ’ ΚΠΣ οποιαδήποτε πληρωμή εφεξής”.
Ταυτόχρονα, με απόφασή του, το δσ της ΔΕΠΑΝΟΜ ΑΕ αποφάσισε τη διάλυση της εργολαβίας του έργου, ενώ άρχισε από το μηδέν η δρομολόγηση ένταξής του στο Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Αναφοράς (ΕΣΠΑ) περιόδου 2007-2013 και η επαναδημοπράτησή του με μελέτη δημοπράτησης σε επίπεδο μελέτης εφαρμογής. Τελικά, αυτό δεν έγινε ποτέ και το κτίριο επιστράφηκε οριστικά στον ιδιοκτήτη του.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Η πινακίδα με την ταυτότητα του έργου ξηλώθηκε οριστικά, αν και ούτως ή άλλως είχε καταντήσει απλώς... διαφημιστική, ενώ εξηγήσεις δεν δόθηκαν ποτέ για ποιον λόγο φτάσαμε στο σημείο αυτό. Μάλιστα, όλα αυτά τα χρήματα που έγιναν... αέρας θα μπορούσαν να έχουν δοθεί για να γίνουν προσλήψεις προσωπικού στα νοσοκομεία και να πληρωθούν οι προμηθευτές ή ακόμη και για την κάλυψη μέρους του χρέους της χώρας μας.
Όπως δηλώνει στη “ΜτΚ” ο διοικητής της 4ης Υγειονομικής Περιφέρειας Μακεδονίας - Θράκης Αριστείδης Μπουσουλέγκας, “επιστρέψαμε τα κλειδιά του παλιού κτιρίου της Φράγκων στους ιδιοκτήτες του. Η χρηματοδότηση χάθηκε και έτσι το κτίριο αυτό δεν πρόκειται να αξιοποιηθεί ως πολυδύναμο διαγνωστικό κέντρο”.
Για τεράστιο σκάνδαλο κάνει λόγο ο πρόεδρος της Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης Στρατής Πλωμαρίτης. “Η διαχείριση που έγινε από το υπουργείο Υγείας και τις υγειονομικές περιφέρειες είναι ένα τεράστιο σκάνδαλο, για το οποίο ποτέ κανείς δεν πρόκειται να δώσει λόγο, γιατί τόσα χρόνια πληρώναμε για ένα κτίριο το οποίο κρατούσαμε κλειστό και γιατί εγκαταλείφθηκε τώρα η προσπάθεια αξιοποίησής του. Πρόκειται για ακόμη ένα τρανταχτό παράδειγμα που καταδεικνύει τη διάλυση και την κατεδάφιση της δημόσιας υγείας”, επισημαίνει στη “ΜτΚ” ο κ. Πλωμαρίτης.
Παράλληλα, τονίζει ότι αρχικά το κτίριο-φάντασμα της Φράγκων επρόκειτο να γίνει κέντρο υγείας αστικού τύπου, ωστόσο τα τελευταία σενάρια το ήθελαν να λειτουργεί ως κέντρο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας με έμφαση στη διάγνωση. Αυτό σημαίνει ότι προβλεπόταν να διαθέτει αξονικούς και μαγνητικούς τομογράφους, καθώς και διάφορα άλλα μηχανήματα, με στόχο να καλύπτει τις ανάγκες των δημόσιων νοσοκομείων της Θεσσαλονίκης και φυσικά των ασφαλισμένων.
“Θεωρώ ότι τα συμφέροντα ήταν τρομακτικά και γι’ αυτό οδηγηθήκαμε στην εγκατάλειψή του. Θα χτυπούσε τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, γι’ αυτό και η πολιτεία δεν ήθελε τη δημιουργία του πολυδύναμου διαγνωστικού κέντρου”, επισημαίνει ο κ. Πλωμαρίτης.
Ναυάγησαν τα σχέδια αξιοποίησης
Τα σχέδια αξιοποίησης του κτιρίου ήταν πολλά όλα αυτά τα χρόνια από το 2002. Ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε τη δημιουργία κέντρου υγείας αστικού τύπου. Τον Ιούλιο του 2004 το έργο βρισκόταν στο στάδιο της έκδοσης της οικοδομικής άδειας, η οποία αναμενόταν έως τις αρχές Σεπτεμβρίου εκείνου του έτους.
Την ευθύνη υλοποίησής του είχε η ΔΕΠΑΝΟΜ, ενώ ο προϋπολογισμός του ανερχόταν σε 4.200.000 ευρώ, ποσό που είχε ενταχθεί στο Γ’ ΚΠΣ, στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος “Ολυμπιακοί Αγώνες 2004”, και κάλυπτε τις οικοδομικές εργασίες και την εγκατάσταση του ιατρικού και ξενοδοχειακού εξοπλισμού.
Τελικά, η οικοδομική άδεια εκδόθηκε μόλις τον Φεβρουάριο του 2005 και τον Μάρτιο του ίδιου έτους άρχισαν οι εργασίες κατασκευής, με το χρονοδιάγραμμα να προβλέπει ολοκλήρωση του έργου τον Αύγουστο του 2006. Ωστόσο, τον Ιούλιο του 2005 οι εργασίες σταμάτησαν προσωρινά, επειδή κάποιος περίοικος ενοχλήθηκε και κατέθεσε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Τελικά επήλθε συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών και μετά το διάλειμμα των καλοκαιρινών διακοπών τα συνεργεία έπιασαν πάλι δουλειά.
Στις αρχές του 2006 οι εργασίες κόλλησαν εκ νέου, καθώς προέκυψαν διάφορα άλυτα προβλήματα που αφορούσαν την εύρεση νερού στα θεμέλια του κτιρίου και στη στατικότητά του.
Οι εξελίξεις στις αρχές του 2009 έδειξαν ότι κινδυνεύει να χαθεί η χρηματοδότηση του έργου από το Γ’ ΚΠΣ, ενώ άρχισαν να γίνονται προσπάθειες, προκειμένου να βρεθούν τα χρήματα μέσω του ΕΣΠΑ. Με έγγραφό της προς τη διοίκηση του νοσοκομείου “Άγιος Παύλος” η ΔΕΠΑΝΟΜ ΑΕ είχε επισημάνει ότι “με απόφαση του γενικού γραμματέα του υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στις 3 Οκτωβρίου 2008 τροποποιήθηκε η απόφαση ένταξης του έργου ως προς τον προϋπολογισμό που συγχρηματοδοτείται από το Γ’ ΚΠΣ και από 4.200.000 ευρώ μειώθηκε στα 104.521,13 ευρώ, δηλαδή θεωρείται μη επιλέξιμη από το Γ’ ΚΠΣ οποιαδήποτε πληρωμή εφεξής”.
Ταυτόχρονα, με απόφασή του, το δσ της ΔΕΠΑΝΟΜ ΑΕ αποφάσισε τη διάλυση της εργολαβίας του έργου, ενώ άρχισε από το μηδέν η δρομολόγηση ένταξής του στο Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Αναφοράς (ΕΣΠΑ) περιόδου 2007-2013 και η επαναδημοπράτησή του με μελέτη δημοπράτησης σε επίπεδο μελέτης εφαρμογής. Τελικά, αυτό δεν έγινε ποτέ και το κτίριο επιστράφηκε οριστικά στον ιδιοκτήτη του.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου