Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Μόσχα: Η συστηματική υπονόμευση του Πατρ/χείου Κων/πολης

Το Στίγμα: Φοβού τους "ξανθούς λαούς" ....
Οι σχέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την Ρωσική Εκκλησία, εδώ και μερικές δεκαετίες, μόνο καλές δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Αφορμή για το γεγονός αυτό αποτελεί η πολιτική της Μόσχας η οποία αποβλέπει ανοικτά στην ανάληψη της ηγεσίας της Ορθοδοξίας, με κάθε κόστος, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει την υποβάθμιση – μέχρι εκμηδένισης – του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο, εδώ και πάνω από 1.000 χρόνια, αποτελεί την κεφαλή της Ορθοδοξίας ανά την υφήλιο.
Γράφει ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ
Η Ρωσική Εκκλησία, υποβοηθούμενη, αν όχι υποκινούμενη, από την ρωσική πολιτική εξουσία, επιδίωκε πάντα να υποκαταστήσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται και οι πρόσφατες παρεμβάσεις της σχετικά με την Μονή Εσφιγμένου, αλλά και η ιδιαίτερη σχέση με τον γνωστό ιερωμένο Εφραίμ της Μονής του Βατοπαιδίου.
Ωστόσο, αυτό που επιδιώκει τώρα η Μόσχα είναι ακόμα σοβαρότερο, από μια απλή επέμβαση στα του Πατριαρχείου, στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγονται οι Ιερές Μονές του Αγίου Όρους. Επιδίωξη της Μόσχας είναι να κερδίσει τον εκκλησιαστικό έλεγχο των Ορθοδόξων, επεκτείνοντας τα όρια της δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου Μόσχας, ώστε να ελέγξει του Ορθόδοξους σε Κίνα και Ιαπωνία, με τα όποια πολιτικά πλεονεκτήματα, αυτό συνεπάγεται για το Κρεμλίνο, ειδικά στην περίπτωση της Κίνας.
Η Ρωσική Εκκλησία ουσιαστικά θεωρεί ότι υπόκεινται στη δικαιοδοσία της οι ορθόδοξες εκκλησίες της Λετονίας, Λιθουανίας και Εσθονίας, της Μολδαβίας, της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας, του Αζερμπαϊτζάν, του Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Τουρκμενιστάν, Κιργιστάν, Τατζικιστάν, Κίνας και Ιαπωνίας. Ουσιαστικά λοιπόν στόχος των Ρώσων είναι ο εκκλησιαστικός έλεγχος των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών, στην Ευρώπη και στην Ασία και η επέκτασή του ελέγχου αυτού σε όλη την Ασία.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αντέδρασε έντονα στις ρωσικές αξιώσεις τις οποίες αντιλαμβάνεται ως επιβουλές, οι οποίες τέθηκαν ουσιαστικά επί τάπητος από το προηγούμενο καλοκαίρι, όταν η Ρωσική Εκκλησία τέλεσε εκδηλώσεις για τα 1025 από τον εκχριστιανισμό των Ρώσων, αποσιωπώντας τον ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Βυζαντίου, γενικότερα, στην εξέλιξη αυτή, υποβαθμίζοντας, «αντικανονικά» – αφού βάσει της εκκλησιαστικής τάξης το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει την πρωτοκαθεδρία – την αντιπροσωπεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις εκδηλώσεις. Παράλληλα όμως η Ρωσική Εκκλησία προέβη και σε καθαρά πολιτικές διακηρύξεις.
Στην ίδια εκδήλωση οι Ρώσοι, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ανέγνωσαν κείμενο πολιτικά στοχευμένο, «καταδίκης της βίας στη Μέση Ανατολή». Τέλος, σε μια ακόμα πιο προκλητική ενέργεια, η Μόσχα δημιούργησε δικής της, αυτοκέφαλη, μητρόπολη Αμερικής – η Ορθόδοξη Εκκλησία Αμερικής ανήκει στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Θρόνου, από τη στιγμή της δημιουργίας της – προκαλώντας ήδη σχίσμα στους Ορθοδόξους της ηπείρου αυτής.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης αντέδρασε με σειρά επιστολών, οι οποίες όμως δεν έτυχαν απάντησης από τη Μόσχα, με αποτέλεσμα να βαίνει προς ναυάγιο και η σχεδιαζόμενη Πανορθόδοξη Σύνοδος, που προετοιμάζονταν.

Το ζήτημα πάντως είναι κυρίως πολιτικό και πολύ λιγότερο εκκλησιαστικό. Η Μόσχα επεδίωκε, από την εποχή ανάπτυξης της Πανσλαβικής ιδεολογίας, τον έλεγχο των Ορθοδόξων ανά τη γη, έλεγχος που θα τις προσέδιδε και πολιτικό κύρος. Η παλαιά πολιτική των τσάρων και το ιδεολόγημα της «τρίτης Ρώμης», που θα αντικαταστήσει την Κωνσταντινούπολη, επανέρχεται στο προσκήνιο. 

Η Ρωσική Εκκλησία, υποταγμένη πάντοτε στο ρωσικό κράτος, είναι απλώς το όχημα επίτευξης των πολιτικών στόχων του Κρεμλίνου, το οποίο κατά τα άλλα επιμένει να εμφανίζει εαυτό ως φίλο των Ελλήνων, άποψη που συμμερίζονται, άκριτα και πολλοί, ρομαντικοί Έλληνες, αγνοώντας το γεγονός ότι στην πολιτική υπάρχουν μόνο συμφέροντα και όχι φιλίες.
Στην πραγματικότητα η Ρωσία δεν υπήρξε ποτέ η αγνή φίλη και προστάτης του Ελληνισμού, όπως θέλει να εμφανίζεται, ενώ έχει συνδέσει το όνομά της με ουκ ολίγες ελληνικές εθνικές καταστροφές, από την εποχή των Ορλοφικών, τον Πανσλαβισμό, τη Μεγάλη Βουλγαρία και τον Μακεδονικό Αγώνα, τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την άρνησή της να ενταχθεί η Ελλάδα στην ΑΝΤΑΝΤ, εξ’ αρχής (γεγονός που οδήγησε στον Εθνικό Διχασμό), τη στάση της στην Μικρασιατική Εκστρατεία, την στάση της το 1940-41 (η οποία άλλαξε μόνο όταν και η ίδια δέχτηκε την επίθεση του Χίτλερ), ακόμα και τη στάση της στον ελληνικό Εμφύλιο όπου από Έλληνες που τελούσαν υπό την απόλυτη επιρροή της ΕΣΣΔ, διακινήθηκαν σχέδια αποκοπής μέρους του σημερινού εθνικού κορμού.
Ακόμα και πιο πρόσφατα, σε διπλωματικό επίπεδο, αντιδράσεις προκάλεσε η στάση της στο ζήτημα των ελληνικών υδρογονανθράκων, επί του οποίου μετέβαλε άποψη, όταν «αποσαφηνίστηκε» το γεωπολιτικό παίγνιο, επιδιώκοντας – θεμιτά και όχι αντιβαίνοντας τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα – να έχει το δικό της μερίδιο στην «πίτα».

Πηγή:
http://www.defence-point.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: